Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

Henry Giroux

ΠΗΓΗ: Περιοδικό Ε της Ελευθεροτυπίας, 5-4-09, σελ. 24-28
Ο Σπόρος αναδημοσιεύει τη συνέντευξη του Henry Giroux στο περιοδικό Ε της Ελευθεροτυπίας.

Ο Henry Giroux αποτελεί έναν εκ των θεμελιωτών της Κριτικής Παιδαγωγικής, του ρεύματος εκείνου δηλαδή που οι ρίζες του βρίσκονται στην Κριτική Θεωρία η οποία αναπτύχθηκε από τα  μέλη της Σχολής της Φρανκφούρτης. Προσπαθώντας να σταχυολογήσουμε τα βασικότερα σημεία της συνέντευξης καταλήξαμε στα εξής:
  •  Συνάδελφοί του, κατεξοχήν εκπρόσωποι της αντίδρασης και της καθεστηκυίας τάξης, υπήρξαν σφοδροί πολέμιοι του εκπαιδευτικού του έργου.
  • Υπογραμμίζει ότι η εκπαίδευση έχει έντονο πολιτικό χαρακτήρα, εφόσον καθορίζει τα πλαίσια σκέψης και δράσης του ανθρώπου.
  • Τονίζει την κυριαρχία του νεοεφιλευθερισμού στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η οποία λειτουργεί σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς.
  • Θεωρεί ότι η εκπαίδευση θα πρέπει να διαφωτίζει τη σχέση της εξουσίας με την παρεχόμενη γνώση. Να υποδεικνύει τους λόγους για τους οποίους ελέγχεται η γνώση, όπου αποτέλεσμα του ελέγχου αυτού αποτελεί η δημιουργία μιας κυρίαρχης κοινωνικής νόρμας.
  • Ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να βοηθάει τους μαθητές όχι να μαθαίνουν αλλά και να αντιλαμβάνονται την προσωπική και κοινωνική τους ευθύνη.
  • Μέσω της εκπαίδευσης θα πρέπει να δημιουργείται μια αίσθηση κοινωνικής και ηθικής ευθύνης που οδηγεί στη συγκρότηση ενεργών πολιτικών υποκείμενων, με διάθεση παρέμβασης.
Henry Giroux

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ – Περιοδικό Ε της Ελευθεροτυπίας 5/4/09 σσ. 24-28



Henry Armand
Giroux                              

Η «ΑΙΡΕΤΙΚΗ» ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΩΝ ΑΕΙ



Αποτελεί σήμερα μία από τις πιο ριζοσπαστικές φωνές στο χώρο της αμερικανικής εκπαιδευτικής κοινότητας. Ο καθηγητής Κριτικής Παιδαγωγικής μάς μιλάει, λοιπόν, για το ρόλο της παιδείας και των εκπαιδευτικών στη διαμόρφωση ενεργών και δημοκρατικών πολιτών, για τη σημασία της κριτικής εκπαίδευσης και σκέψης, αλλά και για τις καταστροφικές συνέπειες του νεοφιλελευθερισμού στη μάθηση, στη διδασκαλία και στη δημόσια ζωή.
Απόψεις χρήσιμες όχι μόνο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση της Αμερικής...

Συνέντευξη: Χρόνης Πολυχρονίου




Είναι ένας από τους μεγάλους θεωρητικούς της Κριτικής Παιδαγωγικής και θεωρείται από τις πλέον σημαντικές φυσιογνωμίες στο χώρο της Κοινωνικής και Πολιτιστικής Ανάλυσης. Ο λόγος για τον καθηγητή Henry Armand Giroux, στο συγγραφικό έργο του οποίου συγκαταλέγονται 40 βιβλία (7 εκ των οποίων έχουν λάβει το βραβείο για «το καλύτερο βιβλίο της χρονιάς» από τον Σύνδεσμο των Αμερικανών Εκπαιδευτικών) και πάνω από 500 άρθρα σε θέματα γύρω από την εκπαίδευση, τα πολιτιστικά δρώμενα, τη δημοκρατία, την πολιτική, τα Μ.Μ.Ε. και τη νεολαία.
Το βιβλίο του «Οι δάσκαλοι ως διανοούμενοι: προς μια κριτική παιδαγωγική εκμάθηση», που κυκλοφόρησε πριν από 20 χρόνια, αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές ανατρεπτικές παρεμβάσεις στο χώρο της αμερικανικής εκπαιδευτικής κοινότητας. Τα πιο πρόσφατα βιβλία του είναι «Το πανεπιστήμιο σε αλυσίδες (2007),
«Ενάντια στον τρόμο του νεοφιλελευθερισμού» (2008), ενώ αναμένεται σύντομα να κυκλοφορήσει το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Η νεολαία σε μια ύποπτη κοινωνία».
Από το 2005 ο Henry Armand Giroux κατέχει τη φημισμένη πανεπιστημιακή έδρα Global Television Network στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών, στο McMaster University του Καναδά. Οι θεωρητικές ιδέες του για την εκπαίδευση, τη   δημοκρατία, την κοινωνία και την κουλτούρα εμπνέονται από τη ριζοσπαστική κοινωνική παράδοση (Μαρξ, Σχολή της Φρανκφούρτης, αλλά και μεταμοντέρνες και φεμινιστικές προσεγγίσεις), ενώ οι πολιτικές του πεποιθήσεις πηγάζουν από ένα μείγμα ριζοσπαστικού δημοκρατικού σοσιαλισμού, στη σφαίρα του οποίου κυριαρχούν οι αξίες της δημοκρατίας, της ισότητας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της διαφωνίας και της ελευθερίας της σκέψης, και έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τις απόψεις ριζοσπαστών αμερικανών στοχαστών, όπως ο Noam Chomsky, ο Howard Zinn και ο Richard Falk.

Εξαιτίας των απόψεων που εκφράζει και των αναλύσεων που αναπτύσσει εδώ και 30 χρόνια, ο Henry Armand Giroux είναι μονίμως αποδέκτης λυσσαλέων αντιδράσεων από ανθρώπους και κυκλώματα που προσπαθούν να φιμώσουν τη φωνή του, πιέζοντας ακόμη και τις πανεπιστημιακές αρχές του ιδρύματος όπου διδάσκει  να  τον  διώξουν.  Στις  αρχές  της  ακαδημαϊκής  του  καριέρας  στο Boston University ο ίδιος ο πρόεδρος του πανεπιστημίου παρεμπόδισε τη μονιμότητα του, ενώ πρόσφατα υπήρξε καταιγισμός επιστολών προς τις διοικητικές αρχές του McMaster University από «θεότρελους σιωνιστές» για την κριτική του στάση απέναντι στις ισραηλινές φρικαλεότητες στη Γάζα. Ο Henry Armand Giroux έχει περιγράψει το έργο του ως εξής: «Εξετάζοντας τα σχολεία ως πολιτικούς και πολιτιστικούς χώρους, καθώς επίσης και ως εκπαιδευτικούς θεσμούς, έχω προσπαθήσει μέσα από τα γραπτά μου να προσφέρω στους εκπαιδευτικούς τις κατηγορίες και τις μορφές αναλύσεων που θα τους βοηθήσουν να γίνουν πιο επικριτικοί στις παιδαγωγικές τους μεθόδους και περισσότερο οραματιστές στους στόχους τους. Τα σχολεία είναι πολύ σημαντικοί χώροι για τη συγκρότηση υποκειμενικοτήτων και έχω την άποψη ότι πρέπει να γίνουν πρότυπα κριτικής εκμάθησης, αστικού θάρρους και ενεργών πολιτών».
Πώς γίνατε εκπαιδευτικός; 
«Δεν ήταν ποτέ πρόθεση μου να γίνω πανεπιστημιακός δάσκαλος. Μετά την αποφοίτηση μου από το λύκειο έλαβα μια υποτροφία να παίξω μπάσκετ σ’ ένα κολέγιο, αλλά τα παράτησα και για 2 χρόνια έκανα διάφορες δουλειές. Ευτυχώς, έλαβα κι άλλη υποτροφία μπάσκετ - και αυτήν τη φορά σε ένα κολέγιο για εκπαιδευτικούς. Ύστερα πήγα με υποτροφία για μεταπτυχιακό στην Ιστορία στο Appalachian State University, όπου με τοποθέτησαν ως διδάσκοντα βοηθό σε έναν καθηγητή που ήταν πολύ προοδευτικός και πολιτικά ριζοσπαστικός.
»Ξεκίνησα μεταπτυχιακές σπουδές το 1967, όταν η χώρα ήταν σε κοινωνική αναστάτωση. Ήταν μια καταπληκτική περίοδος να μάθει κανείς για την πολιτική, την εξουσία κα τη γνώση έξω από το πανεπιστήμιο. Όταν απέκτησα το μεταπτυχιακό μου, δίδαξα για 7 χρόνια σε ένα γυμνάσιο, σε μια κωμόπολη έξω από τη Βαλτιμόρη. Το σχολείο εκείνο ήταν φυλετικά διαχωρισμένο, με την έννοια ότι πολύ λίγοι μαύροι ήταν ενταγμένοι σε τροχιά σπουδών με στόχο την εισαγωγή σε πανεπιστήμια. Ξαφνικά, βρήκα τον εαυτό μου σε μια θεσμική και πολιτιστική κατάσταση ρατσισμού, που δεν διέθετα τη γλώσσα να κατανοήσω και να αντιμετωπίσω. Στην αρχή δεν ταύτιζα το σύστημα που επικρατούσε με κάποια μορφή ρατσισμού και ταξικής αδικίας. Η εμπειρία με ριζοσπαστικοποίησε. Το 1967 έγινα οργανωτής κοινότητας, προσπαθώντας να αλλάξω το σχολείο. Δούλεψα στην κοινότητα των μαύρων για έναν χρόνο. Στο τέλος, με απέλυσαν από το σχολείο».
Προέρχεστε από οικογένεια της εργατικής τάξης, έτσι δεν είναι; 
«Ναι, κι  αυτό δυσκόλεψε και την επόμενη εμπειρία μου στο χώρο της διδασκαλίας. Μετά την απόλυση μου από εκείνο το γυμνάσιο στη Βαλτιμόρη, επέστρεψα στο Rhode Island απ' όπου κατάγομαι και βρήκα δουλειά σε ένα σχολείο στα προάστια. Οι μαθητές ήταν λευκοί, προέρχονταν από την υψηλή μεσαία τάξη και ήταν πολύ  προνομιούχοι. Αποδείχθηκε δύσκολο περιβάλλον για μένα να διαπραγματευτώ. Δίδαξα εκεί για 6 χρόνια. Σίγουρα έδειξα στους μαθητές διαφορετικούς τρόπους να βλέπουν τον κόσμο, αλλά η δουλειά δεν είχε ιδιαίτερη επιβράβευση για μένα. Επιπλέον, η δουλειά ήταν δεσποτική. Ψυχολογικά, πολύ κουραστική. Άρχισα, περαιτέρω, να μελετώ ριζοσπαστική κοινωνική θεωρία. Αισθάνθηκα ότι πλησίαζε η ώρα να κάνω κάτι άλλο, που θα είχε πιο βαθιά επιρροή».
Συναντήσατε, όμως, προβλήματα για τις κριτικές διδακτικές σας μεθόδους και προσεγγίσεις και σ' αυτό στο σχολείο. 

«Δίδασκα κοινωνικές επιστήμες και είχαμε το ελεύθερο να διαμορφώνουμε εμείς το πρόγραμμα σπουδών. Έδινα,  λοιπόν, στους μαθητές να διαβάζουν βιβλία κριτικής θεωρίας για την αλλοτρίωση, το ρατσισμό και το φεμινισμό. Νοίκιαζα ταινίες για τους μαθητές στην τάξη με κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο, με δικά μου χρήματα. Οι δεξιοί φονταμενταλιστές στην κοινότητα ξεσηκώθηκαν εναντίον μου, ο Τύπος το έκανε θέμα και στα ραδιόφωνα οι φονταμενταλιστές διατυμπάνιζαν ότι "ένας φεμινιστής διδάσκει στο δημόσιο σχολείο". Ζήτησαν από τις σχολικές αρχές να κατεβάσουν τα βιβλία που χρησιμοποιούσα από τα ράφια της βιβλιοθήκης. Ήξερα ότι οι μέρες μου ήταν μετρημένες».
Στη συνέχεια γίνατε δεκτός στο διδακτορικό πρόγραμμα του Carnegie Mellon — και κάπου εκεί ξεκινάει και η ακαδημαϊκή σας καριέρα, κατά την οποία όμως συνεχίστηκαν οι περιπέτειες εξαιτίας της κριτικής εκπαιδευτικής προσέγγισης που ακoλουθούσατε, με πιο συγκλονιστικό αυτό που συνέβη κατά τη διάρκεια της παρουσίας σας στο Boston University

«Τελείωσα τις διδακτορικές μου σπουδές το 1977 και λίγο μετά βρήκα θέση στο Boston University. Μέσα σε λίγα χρόνια έγραψα το πρώτο μου βιβλίο, "Ιδεολογία, κουλτούρα και η διαδικασία της εκμάθησης". Αλλά τα πράγματα εξελίχθηκαν δραματικά. Τελείως απρόσμενα, μου αρνήθηκε μονιμότητα ο John Silber, ο πρόεδρος του Boston University – μία από τις πιο αντιδραστικές φυσιογνωμίες στην ανώτατη εκπαίδευση. Έλαβα ομόφωνη ψήφο σε όλα τα επίπεδα της επιθεώρησης. Στο επίπεδο του πανεπιστημίου, η ψήφος ήταν 13-0 υπέρ της μονιμότητάς μου. Ο κοσμήτορας της σχολής μου ήταν βέβαιος για τη μονιμότητα μου και είχε πει πως θα ανακοίνωνε δημοσίως την παραίτησή του εάν δεν έπαιρνα μονιμότητα.
»Για να ξεπεράσει την όποια ακαδημαϊκή δυσχέρεια, ο Silber παρέκαμψε τις καθιερωμένες διαδικασίες επιθεώρησης, δημιουργώντας για την περίπτωση μου μια ξεχωριστή επιτροπή που αποτελούνταν από κάτι γλοιώδεις τύπους - όπως ο Nathan Glazer, ένας από τους πιο ακραίους νεοσυντηρητικούς κοινωνιολόγους από το Harvard, και ο Chester Finn, άλλος ένας νεοσυντηρητικός της εκπαίδευσης, ο οποίος διετέλεσε και υφυπουργός Παιδείας στις ΗΠΑ. Μετά την επιθεώρηση αυτής της επιτροπής,  όπου  εγώ  είχα  το  δικαίωμα  να  επιλέξω  ένα  μέλος,  είχα προσωπική συνάντηση με τον Silber. Ο Silber κρατούσε ένα αντίτυπο του βιβλίου μου "Ιδεολογία, κουλτούρα και η διαδικασία της εκμάθησης". "Ακούω πως είσαι φανταστικός καθηγητής" μου είπε. "Γιατί γράφεις τέτοια σκατά;" Μου έκανε την εξής πρόταση: εάν δεν δημοσίευα και δεν έγραφα τίποτα για δύο χρόνια και μελετούσα την Ιστορία της Λογικής και της Επιστήμης με αυτόν προσωπικά ως μέντορα μου, θα κρατούσε το μισθό μου ως έχει (πάγωμα μισθού) και θα επανεξεταζόταν η υπόθεση μου για μονιμότητα. Φυσικά, αρνήθηκα και άρχισα να υποβάλλω αιτήσεις για θέση σε άλλα πανεπιστήμια, καταλήγοντας στο Miami University».

 Πώς αντιλαμβάνεστε το ρόλο της εκπαίδευσης; 

«Κατανοώ την παιδεία ως μία ηθική και πολιτική πρακτική, ο σκοπός της οποίας είναι όχι μόνο να παρουσιάσει στους μαθητές και τους φοιτητές τη μεγάλη δεξαμενή των διαφορετικών πνευματικών ιδεών και παραδόσεων, αλλά και να καταπιαστεί μ' αυτές τις κληρονομημένες σφαίρες γνώσης σε κριτικό διάλογο, ανάλυση και κατανόηση».

Τι ακριβώς εννοείτε όταν λέτε πως η εκπαίδευση είναι μια πολιτική και ηθική πρακτική; 

   «Η εκπαίδευση είναι πάντα πολιτική, επειδή συνδέεται με τη διαμόρφωση της σκέψης και της δράσης. Ως πολιτικό πρόγραμμα, η εκπαίδευση πρέπει να διαφωτίζει τις σχέσεις μεταξύ γνώσης, εξουσίας και ισχύος. Πρέπει, επίσης, να επιστήσει την προσοχή στις ερωτήσεις σχετικά με το ποιος  έχει τον έλεγχο της παραγωγής της γνώσης, των αξιών και των δεξιοτήτων και θα πρέπει να διερευνά πώς η γνώση, οι ταυτότητες και η εξουσία κατασκευάζονται μέσα σε συγκεκριμένα σύνολα κοινωνικών σχέσεων. Ηθικά, η εκπαίδευση τονίζει τη σημασία της κατανόησης για το τι ακριβώς συμβαίνει μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας και σε άλλους χώρους εκπαίδευσης, υποβάλλοντας ερωτήσεις σχετικά με το ποια γνώση έχει μεγαλύτερη αξία, σε ποια κατεύθυνση επιθυμεί κανείς να οδηγείται η γνώση και  τι σημαίνει το να μαθαίνει κανείς κάτι.
»Πιο σημαντικό, η εκπαίδευση πρέπει να παίρνει στα σοβαρά τι σημαίνει η κατανόηση της σχέσης μεταξύ τού πώς μαθαίνουμε και πώς ενεργούμε ως άτομα και ως κοινωνικοί φορείς. Δηλαδή, η εκπαίδευση πρέπει να είναι προσανατολισμένη στο να διδάσκει στους μαθητές και στους φοιτητές όχι μόνο πώς να σκέφτονται, αλλά πώς να συνειδητοποιήσουν τη δική τους προσωπική και κοινωνική ευθύνη και να είναι υπεύθυνοι για τις ενέργειες τους ως μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας δεσμευμένων πολιτών, οι οποίοι μπορούν να συμμετάσχουν στη δημοκρατική δημόσια ζωή».
Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζετε ως εκπαιδευτικός, με δεδομένο ότι η αίθουσα διδασκαλίας αποτελεί για σας χώρο διαλόγου, κριτικής και αναλυτικής διερεύνησης και ερμηνείας; 
«Η τριτοβάθμια εκπαίδευση εμφανίζεται όλο και περισσότερο αποσυνδεδεμένη από την ιστορική κληρονομιά της ως κρίσιμου δημόσιου χώρου, υπεύθυνου τόσο για την εκπαίδευση των νέων για την αγορά εργασίας όσο και για να τους μυήσει στους τρόπους κριτικής σκέψης, ερμηνείας, φαντασίας και εμπειρίας που εμβαθύνουν και επεκτείνουν τη δημοκρατία. Αδύναμη στο να νομιμοποιήσει το σκοπό της και τη σημασία της σύμφωνα μ' αυτές τις σημαντικές δημοκρατικές πρακτικές και αρχές, η τριτοβάθμια εκπαίδευση διηγείται τώρα το ρόλο της με όρους που είναι λειτουργικοί, εμπορικοί και πρακτικοί, με καταστρεπτική επίδραση στη μάθηση και τη διδασκαλία. Καθώς τα πανεπιστήμια (ιδιαίτερα τα αμφίβολης ποιότητας εκπαιδευτικά ιδρύματα) υιοθετούν την ιδεολογία των επιχειρήσεων και τη λογική της αγοράς, υποτάσσονται στις ανάγκες του κεφαλαίου, των πολεμικών βιομηχανιών και του Πενταγώνου και ενδιαφέρονται όλο και λιγότερο για το πώς θα μορφώσουν τους φοιτητές, πώς θα τους μεταφέρουν τις αρχές και τις πρακτικές της δημοκρατικής διακυβέρνησης και της ιδιαίτερης ανάγκης της χρήσης που έχει η γνώση για να εξετάσουν τις προκλήσεις  της δημόσια ζωής».
Η εφαρμογή των αντιλήψεων του νεοφιλελευθερισμού, της ιδεολογίας του φονταμενταλισμού της αγοράς στην ανώτατη εκπαίδευση, έχει όντως πολύ σοβαρές επιπτώσεις. Στο πλαίσιο αυτό, γιατί θεωρείτε ότι είναι τόσο κρίσιμο να μην υποκύψει το πανεπιστήμιο στην ιδεολογία της αγοράς; 
«Έχουμε γράψει μαζί αρκετά γι' αυτό το θέμα. Γράψαμε ότι ο νεοφιλελευθερισμός και η αγορά θρέφουν "βαθιά περιφρόνηση για τη δημοκρατία, την κριτική σκέψη, την ελευθερία του λόγου και τη μόρφωση ως όχημα αυτοπραγμάτωσης και πολιτισμού". Θεωρώ, όπως  κι  εσείς,  ότι  "αν  η  ανώτατη  εκπαίδευση  εγκαταλείψει  το  ρόλο  της   ως δημοκρατικής δημόσιας σφαίρας και ευθυγραμμιστεί με την εταιρική εξουσία και τις αξίες της αγοράς", η δημοκρατία θα είναι ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης».
Η ατζέντα του Bush για την εκπαίδευση αντιπροσώπευσε μία από τις ισχυρότερες επιθέσεις που είχε ποτέ δεχτεί η δημόσια εκπαίδευση. Προσδοκάτε ότι η κυβέρνηση Obama θα επαναφέρει στη σωστή θέση την αξία της εκπαίδευσης ως δημόσιου αγαθού; 
«Ο Obama καταλαβαίνει ότι η εκπαίδευση είναι ένα πολύτιμο δημόσιο αγαθό, αλλά δεν κατέχει τη γλώσσα ώστε να κατανοήσει αληθινά τι ακριβώς σημαίνει αυτό, από τη στιγμή που τα πιστεύω του περιστρέφονται γύρω από μια ιδεολογία που καθοδηγείται από την αγορά. Ο πρόσφατα διορισμένος υπουργός Παιδείας, ο Arnie Duncan, συνηγορεί υπέρ των ανεξάρτητων δημόσιων σχολείων (σχολεία που δεν υπάγονται στο τοπικό εκπαιδευτικό συμβούλιο και μπορούν να διαμορφώνουν την εκπαιδευτική φιλοσοφία και το πρόγραμμα σπουδών που αυτά θέλουν), των αμοιβών με βάση κριτήρια αποδοτικότητας, της σύστασης στρατιωτικών σχολείων στις φτωχές περιοχές και υποστηρίζει γενικά πολλές από τις ίδιες εκπαιδευτικές πολιτικές που πρέσβευε η κυβέρνηση του Bush. Δεν υπάρχει τίποτα στη νεοφιλελεύθερη και ιδιωτικοποιημένη κατανόηση της εκπαίδευσης του Duncan που θα του επέτρεπε να ξαναγράψει την εκπαίδευση ως δημόσιο καλό, να ενσταλάξει στους δασκάλους και στους μαθητές τη σημασία του κοινωνικού συμβολαίου και να επαναπροσδιορίσει τι σημαίνει να καθορίζουμε το σχολείο ως ζήτημα πρωταρχικής σημασίας για μια βιώσιμη δημοκρατία. Σχεδόν ποτέ δεν ακούμε τον Obama να μιλάει για το σχολείο ως δημοκρατικό δημόσιο χώρο, για την εκπαίδευση ως κρίσιμη για σκεπτόμενους, επικριτικούς πολίτες ή για τη διδασκαλία ως τρόπο ώστε να μπορέσουμε να δώσουμε τη δυνατότητα στους νέους όχι μόνο να κατανοήσουν τον κόσμο, αλλά και να τον αλλάξουν».

Συνοπτικά, ποιον ρόλο υποστηρίζετε για το πανεπιστήμιο στον 21ο αιώνα;

«Το πανεπιστήμιο πρέπει να είναι ελεύθερο σε όλους και να παρέχει έναν χώρο  όπου οι φοιτητές θα αποκομίζουν γνώση και δεξιότητες όχι μόνο για να ικανοποιούν τις οικονομικές απαιτήσεις της διαβίωσης, αλλά και για εκείνες τις καταγραφές, τις μορφές γνώσης, κοινωνικών σχέσεων και τρόπων ανάλυσης που τους δίνουν τη δυνατότητα να είναι αυτόνομα, αυτοστοχαστικά όντα και να κατανοούν τις οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και ψυχολογικές δυνάμεις που διαμορφώνουν τη ζωή τους. Η εκπαίδευση πρέπει να είναι ένας κεντρικός δημόσιος χώρος που θα παρέχει στους φοιτητές τα εργαλεία που χρειάζονται για να είναι επιδεκτικοί προς μια κουλτούρα αναζήτησης, για να μπορούν να σπάσουν τη συνοχή της κοινής λογικής και να μάθουν να λειτουργούν ως δρώντα άτομα. Επιπλέον, το πανεπιστήμιο πρέπει να παρέχει στους σπουδαστές μια αίσθηση ηθικής και κοινωνικής ευθύνης ως βάση όχι μόνο για την κριτική κατανόηση του κόσμου, αλλά και για να επεμβαίνουν ώστε να επεκταθεί αυτό που ο Derrida αποκαλούσε "η υπόσχεση μιας δημοκρατίας που  θα έρθει"».

 Τι πιστεύετε για το είδος των πανεπιστημίων εκείνων που παραχωρούν τα ακαδημαϊκά προγράμματα τους σε ιδιωτικούς φορείς ανά τον κόσμο με  κίνητρο το κέρδος; 

«Αυτός ο τύπος επιχειρηματικής δραστηριότητας λειτουργεί στο πλαίσιο της λογικής ότι η εκπαίδευση μπορεί να οργανωθεί σύμφωνα με τους κανόνες που κυβερνούν όλες τις αγοραίες συναλλαγές. Ουσιαστικά, αυτή η προσανατολισμένη προς την αγορά έννοια της εκπαίδευσης περιφρονεί την πραγματική, ουσιαστική μάθηση, διότι καθοδηγείται από το κέρδος και μόνο από το κέρδος και μεταφέρει στους ίδιους τους φοιτητές την επαχθέστατη ιδέα ότι είναι κυρίως καταναλωτές. Κλίνει προς το να τους παρέχει απλώς και μόνο μερικές εργαλειακές δεξιότητες για τις φτηνές αμειβόμενες θέσεις στην καπιταλιστική οικονομία. Αυτή η μορφή εκπαίδευσης δεν πρέπει να έχει θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Καθώς βιώνουμε την τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση, ο νεοφιλελευθερισμός -η πλέον ακραία ιδεολογία της αγοράς- έχει πέσει σε πλήρη ανυποληψία σε κάθε τομέα της κοινωνίας, εκτός (δυστυχώς) από την ανώτατη εκπαίδευση».

Κυριακή 20 Αυγούστου 2017

Η σχέση δασκάλου-μαθητή: Η περίπτωση Καμύ

Από Σπόρος


Ο Καμύ (1913-1960), συγγραφέας του παράλογου που εκφράστηκε μέσα από τα έργα του όπως ο "Επαναστατημένος Άνθρωπος", ο "Ξένος" και ο "Μύθος του Σίσυφου", μεγάλωσε στην Αλγερία από πατέρα γαλλικής καταγωγής και μητέρα ισπανικής. Έζησε την ορφάνια, καθώς έχασε τον πατέρα  του (σκοτώθηκε στη μάχη της Μάρνης το 1914 κατά τη διάρκεια του Α΄ Π.Π.) και τη φτώχεια. Ο καθηγητής του Ζακ Γκρενιέ, λειτούργησε ως καταλύτης για τη ζωή του Καμύ, αφού εκτός του γεγονότος ότι αποτέλεσε τον πνευματικό του οδηγό λειτούργησε και ως πατρικό πρότυπο. Ο Καμύ το 1957 βραβεύβεται με Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά δε λησμονεί το μέντορα της μαθητικής του ζωής. Λίγες μέρες μετά τη βράβευση θα του στείλει μια επιστολή, απόσπασμα της οποίας παρατίθεται παρακάτω:
"Χωρίς εσάς, χωρίς το χέρι που στοργικά απλώσατε στο φτωχό παιδί που ήμουν τότε, χωρίς τη διδασκαλία και το παράδειγμά σας, τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί"
Albert Camus by Loomis Dean
Ο δάσκαλος επομένως, καλείται να εκμεταλλευτεί τη σχετική αυτονομία του, να λειτουργήσει όπως λέει και ο Giroux ως διανοούμενος, να αποκαλύψει τις εξουσιαστικές σχέσεις που αναπαράγονται στο μικροεπίπεδο του σχολείου που νομιμοποιούν τις αντίστοιχες στο μακροεπίπεδο της κοινωνίας και να σφυρηλατήσει ουσιαστικές σχέσεις με τους μαθητές του καθιστώντας τους πολιτικά όντα με σκοπό όχι μόνο να αναπτύξουν κριτική στάση, αλλά και να συμβάλλουν στην ενίσχυση των δυνητικών ανατρεπτικών καταστάσεων απόρροια της νεκρόφιλης νεοφιλελεύθερης πολιτικής των μηχανισμών της εξουσίας. Παρεμβαίνοντας στο μικρόκοσμο της τάξης του συμβάλλει στο μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Παρασκευή 18 Αυγούστου 2017

Μια διδακτική πρόταση: Ο Βάνκας του Τσέχωφ

Από Σπόρος

Ο Τσέχωφ αποτύπωσε με ενάργεια το δράμα που ζούσαν τα παιδιά της εποχής του, υποχρεωμένα σε "παιδική εργασία", όπου παιδική και εργασία μόνο οξύμωρο σχήμα συνθέτουν· αποκομμένα συνήθως από την οικογενειακή τους εστία. Απεκδύοντάς το από το ιστορικό του πλαίσιο, αποτυπώνεται η διαχρονικότητά του για τα δεινά που υφίστανται τα παιδιά εξοστρακισμένα από την κανονικότητα που βιώνει η πλειονότητα, η οποία εφησυχασμένη επιδεικνύει μια ευαισθησία, άκοπη και ανέξοδη. 
Η ρεαλιστική του γραφή φαντάζει ανοίκεια σε σχέση με το πλήθος παιδικών βιβλίων που κατακλύζουν το αναγνωστικό κοινό και που επιχειρούν να προσεγγίσουν τα όποια ζητήματα, ξύνοντας απλά και μόνο την επιφάνεια. 
Μια καλή διδακτική πρόταση, μια και τα περισσότερα παιδικά αναγνώσματα που προωθούνται, γράφονται σε ένα πλαίσιο κατακερματισμένης θεματολογίας και αποτυπώνουν ένα νέο τύπο διδακτισμού, σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς. Η κατίσχυση αποσπασματικών δράσεων και παρεμβάσεων που καλλιεργούν μια ψευδαίσθηση περί καινοτόμων δράσεων και προσφέρουν άλλοθι στον εκπαιδευτικό, νιώθοντας ότι επιτέλεσε το παιδαγωγικό του χρέος, θίγουν επετειακά τέτοιου είδους ζητήματα, προσεγγίζοντάς τα φολκλορικά.
Όμως, η παιδική εργασία, η φτώχεια, η κοινωνική αδικία και η αποδοχή της ετερότητας, κοινωνικής ή πολιτισμικής, δε δύνανται να διαχειριστούν εντός μιας ημέρας, συμπυκνώνοντας ανούσιες δράσεις και προγράμματα σε ένα διαγκωνισμό επίπλαστης κοινωνικής ευαισθησίας.



Αντόν Τσέχωφ


Ά. Τσέχωφ, Διηγήματα, μτφρ. Κυριάκος Σιμόπουλος, εκδόσεις Θεμέλιο

Πολυαγαπημένε μου παππού Κωσταντή Μακάριτς.

Σου γράφω γράμμα. Σου εύχομαι καλά Χριστούγεννα και ο Θεός να σου δίνει όλα τα καλά. Δεν έχω πια ούτε πατέρα ούτε μάνα, μονάχα εσύ μου απόμεινες.
O Βάνκας κοίταξε κατά το σκοτεινό παραθύρι και κει πάνω στο σκοτεινό τελάρο που τρεμούλιαζε το φως του κεριού ζωντάνεψε τη μορφή του παππού του, του Κωσταντή Μακάριτς, νυχτοφύλακα στο σπίτι του κυρίου και της κυρίας Ζιβάρεφ. Ήταν ένα γεροντάκι κοντό και ξερακιανό, μα πολύ σβέλτο και ζωηρό κάπου εξηνταπέντε χρονών. Η όψη του ήταν πάντοτε γελαστή και τα μάτια του μπιρμπίλιζαν. Την ημέρα κοιμόταν στην κουζίνα ή έπιανε κουβεντολόι με τις μαγείρισσες και τη νύχτα τυλιγμένος σε μια φαρδιά προβατόγουνα έφερνε γυροβολιά το χτήμα χτυπώντας τη ροκάνα του.

Τον ακολουθούσαν τα σκυλιά του, η γριά Καστάνκα και ο Χέλης, έτσι τον έλεγαν, γιατί είχε μαύρη τρίχα και το κορμί του ήταν μακρουλό. Αυτός ο Χέλης ήταν ένα πολύ υπάκουο και παιγνιδιάρικο σκυλί. Γλυκοκοιτούσε όλο τον κόσμο, ξένους και δικούς, μα μπέσα δεν είχε. Κάτω απ’ αυτά τα παγνιδιάρικα βλέμματα και την ταπεινοφροσύνη έκρυβε μια φαρμακερή κακία Ιησουίτη! Ήταν μοναδικός να ζυγώνει κρυφά και να κόβει δαγκωνιά στο πόδι του διαβάτη, να τρυπώνει στο κελάρι ή να αρπάζει από το λαιμό την κότα του χωριάτη. Πολλές φορές του είχαν λιώσει με τις μπαστουνιές τα πισινά του πόδια. Δυο φορές τον κρέμασαν στο δέντρο, κάθε βδομάδα τον σάπιζαν στο ξύλο και τον πετούσαν ψόφιο στο χαντάκι. Και όμως πάντα ζωντάνευε! Εφτάψυχος!
Αυτήν τη στιγμή, χωρίς άλλο, ο παππούς θα στέκεται μπροστά στην αυλόπορτα. Θα μισοκλείνει τα μάτια και θα αγναντεύει τα βαθυκόκκινα παράθυρα της εκκλησιάς του χωριού. Χτυπάει τα ποδήματά του στο κατώφλι να ζεσταθεί και ψιλοκουβεντιάζει με τις δούλες. Η ροκάνα κρέμεται στο ζουνάρι του. Τρίβει τα χέρια, κουλουριάζεται από το κρύο και με ένα γεροντικό γέλιο πειράζει πότε την καμαριέρα και πότε τη μαγείρισσα.
— Θα πάρετε λίγη πρέζα;, λέει στις γυναίκες και προσφέρει την ταμπακέρα του.
Oι γυναίκες παίρνουν ταμπάκο και φταρνίζονται και ο παππούς καταυχαριστιέται και ξεκαρδίζεται στα γέλια ευτυχισμένος. Δίνει και στα σκυλιά του πρέζα. Η Καστάνκα φταρνίζεται, στραβομουτσουνιάζει και τρυπώνει σε μια γωνιά παραπονεμένη. O Χέλης, σεβαστικός πάντοτε, δε φταρνίζεται, κουνάει μονάχα την ουρά του…
Και ο καιρός είναι θαυμάσιος. Ησυχία, όλα διάφανα και δροσερά. Η νύχτα είναι σκοτεινή, και όμως ξεχωρίζεις όλο το χωριό με τις άσπρες του στέγες και τον καπνό που ανεβαίνει από τις καμινάδες, τα δέντρα ασημωμένα από την πάχνη, τις στοίβες του χιονιού. O ουρανός είναι σπαρμένος με αστέρια που λαμπυρίζουν χαρούμενα και ο γαλαξίας αστράφτει, έτσι που νομίζεις πως τον σφουγγάρισαν και τον έτριψαν με χιόνι για τις γιορτές…
O Βάνκας αναστέναξε, βούτηξε την πένα στο καλαμάρι και εξακολούθησε το γράμμα του:
Σου γράφω τα βάσανά μου, παππού. Χθες το αφεντικό με άρπαξε από τα μαλλιά, με τράβηξε στην αυλή και με ρήμαξε στο ξύλο γιατί εκεί που κουνούσα το μωρό με πήρε ο ύπνος. Την άλλη βδομάδα πάλι η κυρά μού είπε να καθαρίσω μια ρέγγα και ’γω άρχισα από την ουρά. Και τότε μου άρπαξε τη ρέγγα και την έτριβε στα μούτρα μου. Και οι καλφάδες του μαγαζιού όλοι με βασανίζουν. Με στέλνουν στην ταβέρνα να πάρω βότκα και με βάνουν να κλέβω το τουρσί του αφεντικού και κείνος με κοπανάει με ό,τι κρατάει στα χέρια του. Όσο για φαΐ, άσ’ τα! Το πρωί ξεροκόμματο, το μεσημέρι κουρκούτι, το βράδυ πάλι ξεροκόμματο. Oύτε τσάι, ούτε λαχανόσουπα, όλα τα περιδρομιάζουν τα αφεντικά.

Με βάζουν και κοιμάμαι μπροστά στην πόρτα και όταν κλαίει το μωρό, εγώ δεν κλείνω μάτι, γιατί πρέπει να κουνάω την κούνια. Αγαπημένε μου παππού, για όνομα του Θεού, κάνε μου μια χάρη: πάρε με από δω, πάρε με στο σπίτι, στο χωριό, δεν αντέχω άλλο… Τα πόδια θα σου φιλήσω, όλη μου τη ζωή θα παρακαλώ το Θεό για σένα, πάρε με από δω, γιατί θα πεθάνω…

Ο Βάνκας ζάρωσε τα χείλη του από το παράπονο, σφούγγισε τα μάτια με τη μουτζουρωμένη του γριθίτσα και ένας λυγμός ανέβηκε στο λαιμό του.
Θα σου τρίβω ταμπάκο, θα παρακαλώ το Θεό και αν δε σ' ακούω, να με δέρνεις όσο βαστούν τα χέρια σου. Και αν δε βρίσκεται δουλειά για μένα, να γυαλίζω παππού τις μπότες του αφεντικού ή να βοηθάω τον τσοπάνη στη Φιέτκα. Παππού, αγαπημένε μου, δε μπορώ πια. Θα πεθάνω, να το ξέρεις! Θα' ρχόμουνα με τα πόδια στο χωριό, μα δεν έχω παπούτσια και φοβάμαι το κρύο. Και όταν θα μεγαλώσω, εγώ θα σε ταϊζω και δε θα αφήσω κανένα να σου κάνει κακό. Και όταν πεθάνεις, θα παρακαλώ το Θεό ν' αναπαύσει την ψυχή σου, όπως κάνω και για τη μάνα μου την Πελαγία.

Που λες, παππού, η Μόσχα είναι μεγάλη πολιτεία. Όλο πλουσιόσπιτα και άλογα, άλογα να δουν τα μάτια σου! Πρόβατα όμως δεν είδα και τα σκυλιά δε δαγκώνουν.
Εδώ τα παιδιά δε γυρίζουν στα σπίτια να πουν τα κάλαντα, ούτε ψέλνουν στην εκκλησία και, ξέρεις, μια μέρα είδα σ’ ένα μαγαζί να πουλάνε αγκίστρια με το δόλωμα επάνω και πιάνουν ό,τι ψάρι θέλεις. Είναι πολύ ακριβά και είδα ένα αγκίστρι που μπορεί να σηκώσει ολόκληρο γουλιανό δέκα οκάδες. Είδα και μαγαζιά που πουλάνε ντουφέκια. Ό,τι λογής θέλεις, σαν εκείνα που έχει ο αφέντης. Αυτά θα ’χουνε το λιγότερο εκατό ρούβλια το κομμάτι. Και στα χασάπικα πουλάνε τσαλαπετεινούς και πέρδικες και λαγούς, μα πού τα σκοτώνουν; Oι μαγαζάτορες δε λένε τίποτα.
Αγαπημένε μου παππού, όταν κάνουν το χριστουγεννιάτικο δέντρο στου αφέντη με τα γλυκά, ζήτησε για μένα ένα χρυσό καρύδι και κρύψε το στην πράσινη κασέλα. Παρακάλεσε τη δεσποινίδα Όλγα Ιγκνάτιεβνα και πες της: «είναι για το Βάνκα».
Αναστέναξε βαθιά και στύλωσε ξανά το βλέμμα του στο παραθύρι. Θυμήθηκε πως ο παππούς πήγαινε στο δάσος να κόψει έλατο για τον αφέντη και έπαιρνε πάντοτε μαζί και το εγγονάκι του. Τι όμορφα που ήταν! O παππούς σφύριζε, τριζοβολούσε ο πάγος στο μονοπάτι και ο Βάνκας τα άκουγε όλα και σφύριζε κι αυτός. Πολλές φορές ο παππούς, προτού κόψει το έλατο, κάπνιζε την πίπα του ή έπαιρνε πρέζα και όλο κορόιδευε το εγγονάκι που τουρτούριζε. Τα ελατάκια κουκουλωμένα με χιόνι, παγωμένα, καρτερούσαν ακίνητα: Ποιο έχει σειρά να πεθάνει; Ξαφνικά, ένας λαγός ξεπετιέται πάνω στις στοίβες του χιονιού. O παππούς δεν κρατιέται πια, βάζει τις φωνές:

— Πιασ’ τον, πιάσ’ τον! Άι! Διάολε τρικέρη!
O παππούς έσερνε το κομμένο ελάτι ως το σπίτι του αφέντη και κει άρχιζε το στόλισμα. Και πρώτη και καλύτερη η δεσποινίς Όλγα Ιγκνάτιεβνα, η αγαπημένη του Βάνκα. Όταν ζούσε ακόμα η Πελαγία, η μάνα του Βάνκα, ήταν καμαριέρα της κυράς και η δεσποινίς Όλγα φόρτωνε το Βάνκα γλυκά και για να περάσει την ώρα της τον μάθαινε να διαβάζει, να γράφει και να λογαριάζει ως το εκατό. Και όχι μονάχα αυτά. Τον έμαθε να χορεύει και καντρίλιες. Μα σαν πέθανε η Πελαγία, έστειλαν το ορφανό στον παππού του στην κουζίνα και από κει στη Μόσχα ψυχογιό στον Αλιάχιν, τον τσαγκάρη.
Έλα γρήγορα, αγαπημένε μου παππού, για όνομα του Θεού. Σε παρακαλώ, πάρε με από δω! Λυπήσου με το δύστυχο ορφανό, γιατί όλοι με δέρνουν και πεινάω πολύ. Και έχω τόση στενοχώρια που δεν ξέρω πώς να σου την πω. Όλο κλαίω, παππού. Και μια μέρα το αφεντικό μού ‘δωσε μια στο κεφάλι με το καλαπόδι, τόσο δυνατά που έπεσα κάτω και έλεγα πως δε θα σηκωθώ. Δεν είναι ζωή αυτή, χειρότερη και από του σκύλου… Χαιρετίσματα στην Αλιόνα, στον Ιγκόρ το στραβό και στον αμαξά. Και τη φυσαρμόνικά μου να μην την δώσεις σε κανέναν. O εγγονός σου, Ιβάν Ζούκοφ, αγαπημένε μου παππού, έλα.


O Βάνκας δίπλωσε το γράμμα στα τέσσερα και το έβαλε στο φάκελο που είχε αγοράσει την προηγούμενη μέρα ένα καπίκι. Ύστερα, σκέφτηκε λίγο, βούτηξε την πένα στο καλαμάρι και έγραψε τη διεύθυνση:

Για τον παππού. Στο χωριό.
Έξυσε λίγο το κεφάλι του, ξανασκέφτηκε και πρόσθεσε στον φάκελο:
Κωσταντή Μακάριτς.
Ευχαριστημένος που δεν τον ενόχλησε κανείς, έβαλε το κασκέτο του και χωρίς να ρίξει απάνω του την ξεσχισμένη γουνίτσα πετάχτηκε στο δρόμο με το πουκάμισο μονάχα.
Τα παιδιά του χασάπικου που είχε ρωτήσει την προηγούμενη μέρα του είχαν πει πως έριχναν τα γράμματα σ’ ένα κουτί και αποκεί τα κουβαλούσαν σε όλο τον κόσμο με τρόικες που έχουν βροντερά κουδουνάκια και μεθυσμένους αμαξάδες.
Γρήγορα γρήγορα ο Βάνκας έτρεξε στο κοντινότερο κουτί και πέρασε το πολύτιμο μήνυμά του στη χαραμάδα.


Ύστερα από μια ώρα κοιμόταν με σφιγμένες τις γροθίτσες νανουρισμένος από τις γλυκές ελπίδες του. Ονειρευόταν το πατάρι στο χωριό. Ο παππούς κάθεται στο πατάρι και τα πόδια του κρέμονται. Διαβάζει το γράμμα στις δούλες… Και ο Χέλης φέρνει σβούρα το πατάρι κουνώντας την ουρά του…

Πέμπτη 17 Αυγούστου 2017

Εκπαίδευση και έρωτας

Από Σπόρος

Με το μεστό του λόγο ο Κορνήλιος Καστοριάδης θέτει το δάχτυλο επί τον τύπο των ήλων. Αγγίζει τα "ιερά και τα όσια" της νεοελληνικής κοινωνίας καταδεικνύοντας τις παθογένειες της δίχως να θωπεύσει αυτιά. Υπογραμμίζει την κυριαρχία μιας εργαλειακής αντίληψης για τη γνώση, καθώς και της μαζικής κουλτούρας που έχει ενσταλάξει την αδιαφορία και τον κομφορμισμό στο μέσο πολίτη. Χαρακτηριστικά παραδείγματα· η συντεχνιακή νοοτροπία που επιδεικνύουν οι εκπαιδευτικοί και η αδιαφορία των ίδιων των γονέων για τη μόρφωση των παιδιών τους. Δανειζόμενος τα λόγια του Πλάτωνα αναφέρει: "ακόμα και οι τοίχοι της πόλης εκπαιδεύουν τους ανθρώπους".
Θεωρεί ότι η μάθηση είναι μια διαρκής διαδικασία και πως ο άνθρωπος διαμορφώνεται συνεχώς από την ώσμωσή του με το ευρύτερο περιβάλλον, συνειδητά ή ασυνείδητα. Επιπροσθέτως, τονίζει ότι η εκπαιδευτική πράξη θα πρέπει να αποτελεί μια επένδυση πρωτίστως συναισθηματική και σωματική, καθώς μιλάει για έρωτα, για όλους τους μετέχοντες σε αυτή.

Αντί προλόγου

Από Σπόρος     

Το παρόν ιστολόγιο απευθύνεται σε εκπαιδευτικούς και όχι μόνο. 
Φιλοδοξεί να φυτέψει το σπόρο που του αναλογεί, για τον κριτικό αναστοχασμό και τη χειραφέτηση στην εκπαιδευτική πράξη.
Σας ευχαριστώ.


Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Μάνος